Επιμέλεια.
Παν Ι.Δ.
Βλαχάκης.
Στη μνήμη
του Σταμάτη Μάκρη.
Ο
Σταμάτης I. Μακρής γεννήθηκε στη Μυγδαλιά της Γορτυνίας το 1936. Έφυγε από κοντά μας στις 10 Οκτ 2014. Απόφοιτος
της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Τριπόλεως, μετεκπαιδεύτηκε στα Μαράσλειο Διδασκαλείο.
Δάσκαλος, υπηρέτησε σε διάφορα σχολεία της χώρας και επί δεκαπενταετία στα
Πρότυπα Δημοτικά Σχολεία της Ακαδημίας. Έκλεισε την σταδιοδρομία του Σχολικός
Σύμβουλος στην περιφέρεια Γορτυνίας. Γνώστης και ερμηνευτής του παραδοσιακού
δημοτικού τραγουδιού, έχει εμφανιστεί σε ανάλογες εκπομπές του Ραδιοφώνου και
της Τηλεόρασης. Παίζει κλαρίνο, φλογέρα, λαούτα, βιολί, ντέφι, τουμπελέκι,
ακορντεόν. Στο έργο του << Βίωμα και Μεράκι >> ο Σταμ. Μακρής, ένα πραγματικό έργο ζωής, που
αποτελείται από ένα βιβλίο (300 σελ.), 21 κασέτες και 21 CD, καταγράφει 300
Δημοτικά Τραγούδια εκ των οποίων τα 200 καταγράφονται για πρώτη φορά. Το βιβλίο
περιλαμβάνει τους στίχους των τραγουδιών
και σχόλια λαογραφικού και ιστορικού περιεχομένου. Εκτός από τα 21 cd έχει καταγράψει και άλλα
τραγούδια σε cd .
Αχ, ο Χαραλάμπη ς μάλωνε, μαλώνει με το χάρο
Αχ,
χάρε μου, σε παρακαλώ και σου ζητώ μια χάρη
Αχ,
μια άδεια θέλω τρίμερη τον Αύγουστο το μήνα
(Αχ,
στις δώδεκα, στις δεκατρείς μέχρι τις 4εκαπέντε)
Αχ,
να πά' στο έρμο μου χωριό, πού 'ναι το πανηγύρι
(Αχ,
να πά 'να ιδώ τους φίλους μου κι όλους τους συγγενήδες)
(Αχ, να ιδώ αν ζεί η μάνα μου, η δόλια μου
γυναίκα)
Αχ,
να ιδώ αν ζούν τ' αδέρφια μου, τί γίναν τα παιδιά μου
Αχ,
γιατί μικρά ορφάνεψαν, να μη μου τα μαλώνουν
Αχ,
αν μου βαφτίσαν το παιδί, αν βάλαν' τ' όνομά μου
(Αχ,
να πάω και στην εκκλησιά, στης Παναγιάς τη χάρη
Αχ,
να της ανάψω 'να κερί, να πάω και λιβάνι)
(Αχ,
να βγούμε και στην αγορά, που παίζουν τα κλαρίνα
Αχ,
που παίζει ο Ντρούλιας κι ο Μακρής και λέν' τραγούδια φίνα)
Από το βιβλίο του ΒΙΩΜΑ ΚΑΙ
ΜΕΡΑΚΙ. Σελ
165- 167
Ο καημός του χαμένου αδερφού, που δεν
γιατρεύεται όσα χρόνια κι αν περάσουν, αποτέλεσε κίνητρο για τον Θόικο τον
Κωνστάντιο (Θεόδωρο Κ. Γιαννόπουλο), τον αλησμόνητο εκείνο πατριώτη, να γράψει
το τραγούδι αυτό το 1974. Αναφέρεται στον αδερφό του Χαραλάμπη (Μπάμπη Κ. Γιαννόπουλο,
1903 -1946, στη φωτογραφία), αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης, μέλος του ΕΑΜ,
που τον βασάνισε απάνθρωπα μέχρι θανάτου η ορδή του παρακρατικού αποσπάσματος
του Γκρίνια (από του Τζόγια, Πράσινο Ηλείας). Συνεργάτες, δυστυχώς, βρήκε ο
Γκρίνιας ομόψυχους ομοϊδεάτες του κι από τα χωριά μας. Μαζί του βασανίστηκαν
άλλοι 40 περίπου πατριώτες, άντρες και γυναίκες, και το εικοσάχρονο παλικάρι
Γρηγόρης Πολύδερας του Σπηλιώτη, που ξεψύχησαν ταυτόχρονα.
Ο Σταμάτης Μακρής κιθάρα
μαζί τον πατέρα του τον κλαριτζή Γιάννη Μακρή
Μαλαπέρδα.
Τους θείους μου Θανάση Γιαννόπουλο και Κώστα
Μαλαπέρδα - Τζίνο, καθώς ήταν σακατεμένοι από το πολύ ξύλο, για να γλιτώσουν
τους έβαλαν σε κριαρίσια τομάρια και σώθηκαν. Ήταν 1 η Οκτώβρη 1946, μετά το
δημοψήφισμα του Σεπτέμβρη για το βασιλιά και τις εκλογές του Μάρτη, στις οποίες
είχε κάνει αποχή το ΚΚΕ. Το πολιτικό κλίμα ήταν βαρύ. Οι παρακρατικοί
ακροδεξιοί βασιλόφρονες, και μαζί τους κάθε είδους κοινωνικά αποβράσματα και
καθάρματα, μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας δρούσαν ασύδοτοι, ανεξέλεγκτοι, κι
έσπερναν το φόβο και τον τρόμο στους αριστερούς και δημοκρατικούς πολίτες.
«Όποιος δεν ψηφίσει βασιλιά την άλλη μέρα δε θα ζεί», έλεγαν. Αυτό δεν πτόησε
πολλούς αγωνιστές και δημοκράτες, να μην ψηφίσουν βασιλιά. Ο Χαραλάμπης έκατσε
στην κάλπη ως αντιπρόσωπος της αβασίλευτη ς Δημοκρατίας.
Αφού,
λοιπόν, οι παρακρατικοί, έβγαλαν τ' αποτελέσματα του δημοψηφίσματος όπως τα
ήθελαν, πήραν σβάρνα τα χωριά για εκδίκηση. Αυτό έκανε και ο Γκρίνιας με τους
δικούς του. Ήρθαν στο χωριό μου, που ας σημειωθεί ήταν αριστερό χωριό, «Μικρή
Μόσχα» το έλεγαν, και αφού, βάσει καταστάσεως που τους έδωσαν, μάζεψαν του 40
πατριώτες, τους οδήγησαν στη θέση «Γούρνες», ένα χιλιόμετρο μακριά. Εκεί τους
έδερναν ώρες ατέλειωτες. Και θα τους έδερναν ...ακόμα, αν δεν έπιανε δυνατή
βροχή, θεομηνία! Θυμάμαι πως οι γυναίκες έκαναν το σταυρό τους και δόξαζαν το
θεό. Το θεώρησαν θαύμα! Έτσι, δεν πρόλαβαν να τους αποτελειώσουν όλους. Δύο
ήταν οι...«τυχεροί»: ο θείος μου ο Μπάμπης κι ο Γρηγόρης του Σπηλιώτη.
Αυτοί πέρασαν στην ιεραρχία των αθανάτων!
Αυτά που έγιναν στις «Γούρνες» στιγματίζουν
τον πολιτισμό μας κι όσοι
τα ζήσαμε είναι δύσκολο, όση καλή διάθεση και να έχουμε,
να τα ξεχάσουμε και να συγχωρήσουμε τους άμεσα ή έμμεσα υπαίτιους... Ας είναι!
Δικός μου σκοπός δεν είναι να
εξιστορήσω με λεπτομέρειες και σε βάθος αυτά τα γεγονότα. Πήρα αφορμή από το
τραγούδι και έθιξα ορισμένα πράγματα. Ας έρθει ο ιστορικός κι ας τα εξιστορήσει
αναλυτικά. Όχι για ν' αναβιώσει τα πάθη και τα μίση. Αλλά γράφοντας τις
αρνητικές σελίδες της ιστορίας θα προκύψουν θετικά αποτελέσματα για τους
επερχόμενους. Θα αποτελέσουν «παραδείγματα προς αποφυγήν».
Χαραλάμπης
(Μπάμπης Κ. Γιαννόπουλος (1903 –1946).
Ο
Χαραλάμπης, στο τραγούδι μας, μαλώνει με τον χάρο και ζητάει τρείς μέρες άδεια
ν' ανέβει στον απάνου κόσμο. Όχι σε τυχαία ημερομηνία, αλλά το
Δεκαπενταύγουστο, στο πανηγύρι, που μαζεύονται όλοι οι πατριώτες και γλεντάνε
με τον Μακρή και τον Ντρούλια.
Να τους' δεί, να γλεντήσει, να ξεχλιάνει από
το βάρος της πλάκας. Να ιδεί τη γυναίκα του, τα παιδιά, τη μάνα, τ' αδέρφια,
τους συγγενείς, τους φίλους, κι αν εκπληρώθηκε η επιθυμία του να πάρει ο
αβάπτιστος γιός του τ' όνομά του, λές και του το 'λεγε ο «δαίμονάς» του που τον
άφησε αβάπτιστο!
Και έτσι ήταν. Όπως μου διηγιόταν η θειά μου
η Βασίλω, αδερφή του πατέρα μου, του έλεγε:
Έλα, νοικοκύρη, να βαφτίσουμε το παιδί!
-Άσ' το, μωρή, εμάς θα μας σκοτώσουνε και θα πάρει τ'
όνομά μου! Και το πήρε τ' όνομά του. Είναι ο Μπάμπης, ο πρώτος μου ξάδερφος,
διαλεχτός άνθρωπος και εξαίρετος δάσκαλος, τώρα προϊστάμενος της Πρωτοβάθμιας
Εκπαίδευσης στο Νομό Ηλείας...
Αυτόν τον καημό, αυτόν τον πόνο, αυτή
την πίκρα έβγαζε από τα φυλλοκάρδια του ο μακαρίτης ο Θόικος κι αυτά βγάζουμε
κι εμείς όταν μαζευόμαστε και το τραγουδάμε.