Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 2014

«ΤΟ ΚΡΑΣΙ ΤΟΥ ΝΤΑΡΜΟΥ» Επιστρέφει στα βιβλιοπωλεία



Επιμέλεια. 
Παν Ι.Δ. Βλαχάκης.
                        «ΤΟ ΚΡΑΣΙ ΤΟΥ ΝΤΑΡΜΟΥ»
             Επιστρέφει στα βιβλιοπωλεία
      Επανεκδόθηκε από τις εκδόσεις «Βιβλιόραμα» και κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία, το βιβλίο του συμπατριώτη μας Χρίστου Κυρκιντάνου με τον τίτλο " ΤΟ ΚΡΑΣΙ ΤΟΥ ΝΤΑΡΜΟΥ". Η αρχική έκδοση έγινε ευνοϊκά δεκτή από το ευρύ αναγνωστικό κοινό που αποζητάει τη νηφάλια αφήγηση της πρόσφατης ιστορίας μας και από τον Αθηναϊκό και επαρχιακό τύπο.
                                
                                                          Φωτογραφία εξώφυλλου.
Το βιβλίο αναφέρεται σε μια ιστορική περίοδο που κάνει την ψυχή μας να πονάει ακόμη και σήμερα παρά τον μισό αιώνα απόσταση που μας χωρίζει.
Τον Ιανουάριο του 1949 σάρωνε την Πελοπόννησο ο μανιασμένος αέρας του εμφυλίου πολέμου.
Στο τέλος του μήνα η έκβαση της εμφύλιας σύγκρουσης είχε κριθεί με τη νικηφόρα για τον κυβερνητικό στρατό μάχη- ενέδρα στον Αγιοβασίλη της Κυνουρίας. Το αρματαγωγό του βασιλικού ναυτικού "ΑΞΙΟΣ", χρησιδάνειο από την αγγλική κυβέρνηση, έπλεε, μέσα στη χειμωνιάτικη νύχτα , στη γραμμή Λεωνίδιο - Ναύπλιο σέρνοντας πίσω του στην παγωμένη θάλασσα του Αργολικού, δεμένο με συρματόσχοινο, "τρόπαιο" της νίκης, ένα παιδί δέκα έξι ετών. Η αποτρόπαιη πράξη δίνει το στίγμα της αγριότητας εκείνων των ήμερών.
Από πού ερχότανε όμως αυτό το παιδί; Από ποια οικογενειακή αγκαλιά το άρπαξε ο ανεμοστρόβιλος του εμφύλιου και ποια μάνα θλιβότανε; Ήταν ο Γιάννης Περδικάρης από το Στόλο, γνωστό στους παλαιότερους μέλος της Άστρινης κοινωνίας.
Το ιστορικό μυθιστόρημα " Το κρασί του Ντάρμου" εστιάζει απάνω του και περιγράφει την απίστευτη περιπέτειά του στη διάρκεια του τελευταίου έτους του εμφυλίου πολέμου στην ανατολική Πελοπόννησο.
                                 
                                                           Ο Γιαννάκος μεσήλικας.
Ο συγγραφέας του βιβλίου συναντήθηκε μαζί του, το καλοκαίρι του 1982 στο Άστρος και κατέγραψε με λεπτομέρεια την αφήγησή του. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο επαναστατημένος έφηβος ήταν μεσήλικας οικογενειάρχης πια, βολεμένος και ξέμπαρκος, παραδομένος στην θαλπωρή μιας ήσυχης συντηρητικής κοινωνίας.
Η ουδέτερη θέση του κάνει τη μαρτυρία του αξιόπιστη πηγή πληροφοριών για τους μελετητές εκείνης της περιόδου. Πολύτιμο ιστορικό ντοκουμέντο αποτελεί ιδίως η περιγραφή, από τον τότε δεκαεξάχρονο μαχητή, της μάχης του Αγιοβασίλη που παρατίθεται στο βιβλίο αυτούσια.
Ο συγγραφέας, ωστόσο, δηλώνει απολογητικά στον πρόλογο του βιβλίου ότι παρέβλεψε την αποδεικτική αξία ως ιστορικού ντοκουμέντου και επεξεργάστηκε μυθοπλαστικά το πρωτογενές υλικό που συγκέντρωσε, από τον πρωταγωνιστή του μυθιστορήματος και άλλες πηγές, με την πρόθεση να υπερβεί την ιστορικότητα των πραγμάτων και τις αντιμαχόμενες ιδεολογίες και να αναδείξει τον αφηγητή σε "διαχρονικό σύμβολο της ηρωικής ουτοπίας, ανιχνευτή του ονειρικού και κήρυκα του ελέους που καταφθάνει θρυμματισμένος από τον κεραυνό του όντος, στο διαρκές "τώρα", από τη δίνη των κολασμένων συμβάντων και την πηγή του αρχέγονου φόβου". Από την ανάγνωση του βιβλίου διαφαίνεται η φιλοδοξία του να παρασύρει τον αναγνώστη στη στοχαστική ενατένηση των διαλυμένων πια μικροκοινωνιών της υπαίθρου, την ομορφιά των παρθένων τοπίων και την παρακολούθηση της οδύσσειας του ανθρώπινου όντος μέσα από τα μπλόκα της Ιστορίας.
Ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που επέλεξαν το βιβλίο οι υπεύθυνοι της Νεοελληνικής λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου του Πρίνστον των ΗΠΑ για τη βιβλιοθήκη τους.
Ο τίτλος "το κρασί του Ντάρμου" προέρχεται από τη χαμένη ποιητική της ωρίμανσης του σπιτίσιου κρασιού και τον παραδοσιακό πολιτισμό της αμπελουργίας με τους συμβολισμούς του.
Η ζωγραφική σύνθεση του Χρήστου Μποκόρου στο εξώφυλλο του βιβλίου, με τον καημό της μικρής φλόγας να αναδύεται από τα σανίδια του μυσταγωγικού τραπεζιού και να συντροφεύει στοχαστικά τα απομεινάρια του κρασιού στα δύο ποτήρια, συνεργάζεται αρμονικά με το μυθιστόρημα. Απουσιάζουν από τον πίνακα τα πρόσωπα που κατανάλωσαν το κρασί που λείπει από τα δύο ποτήρια. Είναι μία πρόκληση για τον αναγνώστη να τα αναζητήσει στις γραμμές του βιβλίου. Stolos.gr

Σημείωμα Παν.Ι.Δ.Βλαχάκη: Οι ΠΑΡΝΩΝΙΤΕΣ ανακοινώνουν στο κοινό τους την ευχάριστη για τα πνευματικά δρώμενα του τόπου μας είδηση της επανέκδοσης ενός βιβλίου που αναφέρεται στην πρόσφατη ιστορία μας, πλαισιωμένη με το πιο πάνω κείμενο που πρωτοαναρτήθηκε στην ιστοσελίδα stolos.gr
Διαλέγουμε για τους αναγνώστες μας το παρακάτω απόσπασμα από το βιβλίο, που δικαιώνει τον τίτλο μας ΠΑΡΝΩΝΙΤΕΣ:
«……Πιάσαμε πάλι τη στράτα. Χαμηλά ο Πλάτανος άπλωνε τις κεραμιδένιες στέγες και τα περβόλια του, οι βυσσινιές ανθισμένες. Οι παλαιοί λέγανε ότι οι πλατανίτες είχανε έρθει από τα νησιά με τα γαϊδουράκια και τα βιολιά τους, κυματίζοντας μέσα στη μουσική τους τη θάλασσα. Και τους πεθαμένους με τα βιολιά τους ξεπροβοδίζανε. Ήμεροι άνθρωποι, δεν είχανε τη βουνίσια αγριάδα. Οι βουνίσιοι τους κοροϊδεύανε: «Σαράντα Πλατανίτες, ένα γάιδαρο φόρτωναν».
Ο ήλιος ανέβαινε, μας χτυπούσε στο σβέρκο αλύπητα. Ο Πάρης και ο Αποστολάκος δέσανε στο λαιμό τα μαντήλια. Πλάτανος – Σίταινα – Καστάνιτσα, δρόμος ατέλειωτος. Κι αυτά τα μέρη τα λέγανε Κυνουρία. Περπατάγαμε αμίλητοι. Μπουχός η στράτα, πυρωμένο χαλίκι και καβαλίνα. Ο ήλιος ήρθε και στάθηκε από πάνω καντήλι. Πέσαμε πίσω στη Σίταινα.
Μέσα στη Σίταινα έτρεχε ένα κεφαλάρι. Δροσερό το νερό, ήπιαμε στην πέτρινη γούρνα. Νιφτήκαμε να ξαστερώσει ο νους μας και καθίσαμε στη δροσιά, ξαποστάσαμε. Το απομεσήμερο, ο Αποστολάκος σηκώθηκε αποφασισμένος.
             

Καστάνιτσα ο θρυλικός ΝΟ ΠΑΟΥΡΑ Νικ. Πανούσης με τα Παντζερφάουστ κατέστρεψε τον πύργο του Καψάμπελη. 
-     Προορισμός η Καστάνιτσα, είπε.
Ανήφορος πάλι, μες στο ρουμάνι. Περπατάγαμε ανάπλαγα, από κάτω γκρεμός. Με το λιόγερμα σταθήκαμε μπροστά στην Καστάνιτσα. Κεφαλοχώρι τσακώνικο η Καστάνιτσα, με την εκκλησιά και το κάστρο του. Άσπρα τα σπίτια της, καθαρά, ανηφορίζανε οι γειτονιές στο κάστρο και στο βουνό, με τις καστανιές ένα γύρω. Θυμήθηκα τους Καστανιτσιώτες που φέρνανε με τον τρύγο στο χωριό μου σανίδια και τα κάνανε τράμπα με μούστο. Οχτώ ώρες ο δρόμος. Ένα μερόνυχτο φορτωμένα στις στράτες τα ζα τους. Σκεπάζαμε τα σπίτια μας με τα σανίδια τους εμείς, στυλώνανε κι αυτοί την καρδιά τους με το κρασί μας. Και πορευότανε η βασανισμένη ζωή…………»

1 σχόλιο: