Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2016

ΞΕΔΙΠΛΩΝΟΝΤΑΣ ΤΟ ΧΡΟΝΟ.



Επιμέλεια
Παν. Ι. Δ. Βλαχάκης

Ο Αγιαννίτης γυμναστής και πρώην δήμαρχος Β Κυνουρίας ο Στράτης ο Δαλιάνης του Σαραντόγιαννη έγραψε ένα βιβλίο που πραγματεύεται θέματα του τόπου μας
Σαν παρουσίαση παραθέτω ένα τμήμα του προλόγου του βιβλίου του.
Δεν είμαι ειδικός στην παρουσίαση βιβλίων απλά αναρτώ τα βιβλία που γράφονται για τον τόπο μας. Με την άδεια του συγχωριανού, συναδέλφου και φίλου Στράτη αναρτώ ένα παλιό κείμενο του που περιγραφεί γλαφυρά την γιορτή της ανάστασης στο ζωντανό τότε χωριό μας. Τα άλλα τα αφήνω στην κρίση του αναγνώστη.

Αγαπητέ Στράτη αν μου επιτρέπεις μια παρατήρηση. Εξοργίζομαι όταν ακούω με ευκολία ότι ο Αγιάννης έγινε πρωτεύουσα της Ελλάδας για 3 μήνες, 42 μέρες για την ακρίβεια. Ήταν η ολιγαρχική κυβέρνηση του μεγαλοκαραβοκύρη Κουντουριώτη. Δυστυχώς εδώ κρύφτηκαν και δεν κυβέρνησαν.....

«Θέλω να είμαι ακριβοδίκαιος, για ποια κυβέρνηση μιλάμε; Ο Πάνος Ζαφειρόπουλος ο Άκουρος και αδελφός του Κων/νος πάσχιζαν να συμφιλιώσουν τους ραγιάδες. Ο Γέρος του Μοριά έστελνε γράμμα στον Άκουρο που του έλεγε να μεταχειριστεί ακόμα και βία για να στρέψει τους ραγιάδες κατά των εχθρών… .η Κυβέρνηση από το δροσερό Αγιάννη έστελνε γράμματα που δίχαζαν τους εν δυνάμη Έλληνες και μοίραζε τα «Δάνεια της Αγγλίας» στους ημέτερους της. Η ταπεινή μου άποψη μου στο :


Το περιεχόμενο αυτού του βιβλίου και να το καταμερίσω σε τέσσερις ενότητες με τα παρακάτω θέματα:

1) Η πρώτη ενότητα αφορά μια μικρή αναφορά στην ιστορική διαδρομή του χωριού μου, του Αγιάννη, όπως και την παρουσίαση όλων εκείνων των στοιχείων που αναδεικνύουν το χωριό μας σε ένα χώρο πανελλήνιας εμβέλειας, ο οποίος διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στον αγώνα κατά της Τουρκικής σκλαβιάς το 1821. Τα ιστορικό στοιχεία που αναφέρονται για τον Αγιάννη και τη διαχρονική πορεία του προέρχονται από αξιόπιστες πηγές και από συγγράμματα που έχουν γραφεί από ιστορικούς, φιλολόγους και άλλους επιστήμονες, που έχουν ασχοληθεί με την ιστορία του τόπου μας.

 
         Εξώφυλλο του βιβλίου.

Οι άνθρωποι που γεννήθηκαν στον ευλογημένο αυτό τόπο, τα ιστορικό και θρησκευτικό μνημεία, που μαρτυρούν τις μεγάλες δόξες που λάμπρυναν και σηματοδότησαν την πορεία αυτού του τόπου, είναι η ιστορία μας όλη.
Όλα αυτό λοιπόν μαζί με τις ομορφιές της φύσης, που μεταμορφώνεται μαγευτικό καθώς αλλάζουν οι εποχές, τα γάργαρα νερό του Προδρόμου και του Σουληναριού, τα κελαηδήματα των αηδονιών στους μύλους του Κορδώνη, του Μακαρούνα, του Τουρή και του Γιωργουλή με οδήγησαν να ασχοληθώ και να γράψω αυτό το βιβλίο.

2) Η δεύτερη ενότητα αφορά άρθρα μου που έχουν δημοσιευθεί σε διάφορα έντυπα επαρχιακού και κεντρικού τύπου. Προεξέχοντα βέβαια ρόλο έχει παίξει η εφημερίδα ΚΥΝΟΥΡΙΑ, η οποία ήταν πάντα συναγωνιστής και συνοδοιπόρος στα προβλήματα της περιοχής μας.

3) Η Τρίτη ενότητα αφορά ένα δύσκολο εγχείρημα για μένα, αφού αποτελεί αυτοβιογραφικό κείμενο, το οποίο προσπάθησα να είναι αντικειμενικό και να στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα της ζωής μου. Και τούτο το έκανα, όχι γιατί αφορά κανέναν το βιογραφικό το δικό μου, αλλά διότι θεωρώ πως, ο καθένας μας, που έχει διαχειριστεί δημόσια πράγματα, πρέπει να λογοδοτεί και να κρίνεται για ό,τι έκανε και για ό,τι δεν μπόρεσε να κάνει.

4) Η Τέταρτη ενότητα, αφορά γνώμες - απόψεις και κριτικές των Μ.Μ.Ε για την πορεία και την λειτουργία του Δήμου Β. Κυνουρίας κατά την περίοδο της Δημαρχιακής θητείας μας.


Στρατής Δαλιάνης
Καθηγητής Φυσικής Αγωγής.

 ΛΑΜΠΡΗ ΣΤΟΝ ΑΓΙΑΝΝΗ.

 Λαμπρή! Η μεγάλη γιορτή της χριστιανοσύνης πλησιάζει
Η φύση σ' όλο της το μεγαλείο, μαγεμένη από τις ομορφιές της άνοιξης, υποδέχεται κι αυτή το ανέσπερο φως, που ανατέλλει με την Ανάσταση του Κυρίου.
Εξαγνισμένες οι ψυχές των ανθρώπων από το μεγάλο Μαρτύριο του Χριστού, συμμετέχουν στη μεγάλη γιορτή, που σηματοδοτεί τη μεγάλη νίκη της ζωής προς το θάνατο.

Όμορφος κόσμος, ηθικός, αγγελικά πλασμένος, λέει ο εθνικός μας ποιητής και οι μνήμες μας γυρίζουν πίσω, τότε που παιδιά περιμέναμε το Πάσχα για να γιορτάσουμε τη μεγάλη στιγμή, που θα έφευγε το σκοτάδι και τη θέση του θα έπαιρνε τα φως.
Μνήμες πολλές και ποικίλες, αφού ο γιορτασμός του Πάσχα ήταν πολύ διαφορετικός από την εποχή που ζούμε. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τις προετοιμασίες, που γίνονταν ένα μήνα πριν για το μεγάλο αυτό γεγονός!

Θυμάμαι με νοσταλγία τα χρόνια εκείνα στον Αγιάννη. Κι ας μην είχαμε καινούρια ρούχα και παπούτσια, κι ας μην είχαμε τα καλούδια, που σήμερα διαθέτουν όλα τα σπίτια, κι ας μην μας περίμεναν λαχταριστά τσουρέκια και οι πολύχρωμες λαμπάδες.
Υπήρχε ψυχική ηρεμία. Υπήρχε αγάπη για το συνάνθρωπο. Υπήρχαν αληθινές ανθρώπινες σχέσεις, που τις νιώθαμε όλοι μας.
Ένα κόκκινο αυγό κι ένα απλό κεράκι και η οικογένεια κινούσε για την εκκλησία του Προδρόμου, όπου θα γινόταν η Ανάσταση.

Ο μακαριστός παπα-Γεωργουλής, με τη σεβάσμια μορφή του και με τη λαμπάδα στο χέρι, περίμενε τους χριστιανούς για να μοιράσει την ελπίδα που ερχόταν σε λίγο με την ανάσταση του Χριστού. Κι έπειτα, από την Ωραία Πύλη, με τη γλυκιά φωνή του έψελνε το "Χριστός Ανέστη" και έστελνε το μεγάλο μήνυμα: Ο Άδης ενικήθη!
Έλαμπε ολόκληρη η εκκλησία τη στιγμή εκείνη. Λες και χαμογελούσαν οι Άγιοι στις εικόνες, χαιρόνταν οι πιστοί και αγκαλιαζόνταν κάτω από το φως των κεριών, λέγοντας Χριστός Ανέστη.
  
Εμείς, τα παιδιά, βρίσκαμε την κατάλληλη στιγμή και ρίχναμε τα τραπακλίκια και τα βαρελότα για να γιορτάσουμε το μεγάλο γεγονός και να στείλουμε το μεγάλο μήνυμα απέναντι στο Καλογεροβούνι, στα Αστραπάλωνα, στα Μεσιανά, στον Άγιο Δημήτρη και στο Θεολόγο, για να τα ακούσουν οι τσοπάνηδες που έστεκαν εκεί ακοίμητοι τη μεγάλη αυτή νύχτα.

Κι ο μπάρμπα Τάσης ο Αλουπογιάννης, ο ψάλτης του χωριού (μαζί με τον Μανεστρόγιαwη), μάς κυνηγούσε, γιατί του χαλάγαμε τη φωνή με τους καπνούς. Τη στιγμή εκείνη έπρεπε να δείξει όλο της το μεγαλείο.

Ακούγονταν τα αηδόνια από το μύλο του Μακαρούνα και του Γεωργουλή και τα νερά του Προδρόμου κελάρυζαν κι έσμιγαν με τον ήχο των τροκανιών, που ακούγονταν από το Καλογεροβούνι απέναντι, από τα γίδια του Τάση του Μελά, που κάνανε το νυχτοβόσκι τους.

Αλήθεια τι μεγαλείο! Με τα κεριά στα χέρια ανηφορίζαμε στην κοτρόνα του Τσολάκια για τον Αγιώργη να ανάψουμε κι εκεί τα καντήλια με το Θείο φως. Ύστερα τρέχαμε για τα σπίτια μας, όπου μας περίμενε η μαγειρίτσα, φτιαγμένη από τα χέρια της μάνας.

Κι αγνάντια στο κοιμητήρι του Αγιάννη, στην Αγία Παρασκευή, γλιστρούσαν σκιές μέσα στο σκοτάδι, άνθρωποι δύο-δύο, που πήγαιναν για να ανάψουν το καντήλι εκείνων, που είχαν φύγει, με το Αναστάσιμο φως.

Την άλλη μέρα, λαμπροντυμένο το χωριό, έλαμπε και ζούσε σ' όλο του το μεγαλείο. Φωτιές στις αυλές, σούβλες, ψησταριές παντού. Οι φούρνοι κάπνιζαν και τα γλέντια έδιναν κι έπαιρναν.
Ο Σάκκας με την πίπιζα, ο Λάμπης με το τύμπανο, ο Μαρινάκος με το βιολί, ο Δραπέτης με το λαούτο, ο μπάρμπα Πάνος ο Κατσιανός, ο Θρασύβουλος με τη φλογέρα, ο Βασιλείου κ.α., ακροβολισμένοι από τη Μούσγα μέχρι του Μαστραπά, διασκέδαζαν τον κόσμο για τη μεγάλη τούτη μέρα.

Ήταν το επιτελείο των οργανοπαικτών του Αγιάννη, άνθρωποι απλοί, ερασιτέχνες και παραδοσιακοί στο είδος τους, που έχουν γράψει ιστορία στα γλέντια του χωριού μας.
Τα βαρέλια αναστέναζαν την ημέρα εκείνη, όπως και τις επόμενες, γιατί το γλέντι κρατούσε 2-3 μέρες, λόγω κα του Αγιωργιού πολλές φορές. Φύσαγε η φουστανέλα και οι λυγερόκορμοι νέοι συναγωνίζονταν ποιος θα είναι πιο όμορφος.

Ποιος μπορεί να ξεχάσει το τσάμικο του Μήτσου του Παυλή (Μαυριά) και του Νίκου του Κανέλια. Ποιος θα ξεχάσει όλους εκείνους τους νέους, που έπαιρναν μέρος στις γιορταστικές αυτές εκδηλώσεις, που μετά το κάψιμο του lούδα στην αγορά του Άη Γιώργη, ξεφάντωναν και οι νέες του χωριού κρυφοκοιτούσαν ντροπαλές και ονειρεύονταν το δικό τους ταίρι.

Δεν ξεχνιόνται ποτέ αυτά τα γεγονότα. Είναι μνήμες χαραγμένες βαθιά μέσα μας, είναι βιώματα παιδικά σε όλους μας, είναι όλα αυτά που μας κάνουν να αγαπάμε το χωριό μας, είναι η φωνή που ακούμε καθημερινά μέσα μας.


Ο Σαραντόγιαννης έξω από την ταβέρνα σε μεγάλη ηλικία με την σύζυγο του και τις γειτόνισσες. Φωτ ΔΑΒΑΡΟΥΚΑΣ.



Μην αφήνετε τα χωριά σας. Γυρίστε πάλι στον τόπο που σας γέννησε. Μην αφήνετε τους πατρογονικούς τάφους να χορταριάσουν. Δώστε πνοή και ζωή σε όλα τα χωριά μας. Οδηγείστε τα παιδιά σας στον τόπο που γεννηθήκατε, διηγηθείτε τους τα παιδικά σας κατορθώματα. Κάνετέ τα να αγαπήσουν το πατρικό τους σπίτι και παραδώστε τους την παράδοση, που βρήκατε από τους γονείς σας.

Μόνον έτσι, με την επιστροφή των παιδιών μας στις ρίζες, θα μπορέσουμε να τα θωρακίσουμε και να τα διαφυλάξουμε από τους κινδύνους που εγκυμονούν καθημερινά για την προκοπή τους, την κοινωνική τους υπόσταση, αλλά και για τη ζωή τους ακόμη πολλές φορές.  

                                                                                            ΚΥΝΟΥΡΙΑ ΑΠΡΙΛΙΟΣ 1997

Παρασκευή 2 Σεπτεμβρίου 2016

ΚΟΣΜΟΓΙΑΝΝΗΣ.




Επιμέλεια 

Παν. Ι. Δ. Βλαχάκης.

Ο δάσκαλος Βασίλης Ιωαν. Κοσμάς τύπωσε το βιβλίο του «Κοσμόγιαννης» . Αναφέρετε στην ζωή και στην καλλιτεχνική δράση του πατέρα του. Ιωάννη Βασ. Κοσμά.
 Ο δάσκαλος μόνος του ετοίμασε το βιβλίο, το παρέδωσε στον τυπογράφο και το κυριότερο στις δύσκολα οικονομικά μέρες το δωρίζει στους φίλους του πατέρα του που σήμερα είναι υπέργηροι και  στους δικούς του φίλους.
Εξώφυλλο του βιβλίου.

Ο «Κοσμόγιαννης ήταν ένας ποιητής Αριστοφανικός μέσα στο χρόνο. Ποιητής ,ηθοποιός, μουσικός γύφτος και καραμουζιάρης !!!! Χορευταράς και μεγάλος Πουτ…ράς κατά τα λεγόμενα του. Ήταν λαϊκός καλλιτέχνης με όλη την σημασία του όρου.
Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που πέθανε ο μπάρμπα Γιάννης αλλά όσοι τον γνώρισαν και άκουσαν τα ποιήματα του, τον χαρακτηριστικό τρόπο που έπαιζε την αρχέγονη πίπιζα και το παίξιμο του στους ερασιτεχνικούς θιάσους του Καστριού, τον θυμούνται με θαυμασμό και τον μνημονεύουν.
Γνώρισα τον «Κοσμόγιαννη» μέσα από τις ταινίες- κασέτες και τώρα τα cd. Τα ποιήματα του τα απάγγελε στις ταβέρνες και στις παρέες του ακόμα και σε αρραβώνες και γλέντια. Σε κάποια σημεία τα εξηγούσε με λόγια και φιλοσοφούσε με τον τρόπο του: «…Εσείς στην Αμερική ούτε γαϊδούρα δεν αφήσατε ! τα λεφτά της Αμερικής… να προσέχετε τις γυναίκες σας και να τις πάρετε μαζί σας ». Σε άλλο σημείο βάζει στη θέση τους τις αγιοκόρες και τους ψευτοθρησκευόμενους.
Ο «Κοσμόγιαννης» έγραφε και απάγγελε κυρίως σατυρικά ποιήματα. Δεν μασάγε τις λέξεις και τις έλεγε με το όνομα τους. Έγραψε και άλλα ποιήματα θρησκευτικού και πατριωτικού περιεχομένου στην μετεμφυλιακή εποχή. Έπαιζε σε όλες σχεδόν τις θεατρικές παραστάσεις, σκορπούσε το γέλιο και απολάμβανε τον θαυμασμό των συγχωριανών του.
Ο Βασίλης περιγράφει γεγονότα από τη ζωή του πατέρα του που το κύριο επάγγελμα του ήταν« γύφτος» - γύπτος έλεγε ο «Κοσμόγιαννης». Περιγράφει τον τρόπο που κατασκεύαζε τα μαχαιριά, τους φημισμένους «Κοσμογιαννέικους» σουγιάδες, τα ψαλίδια, και τα διάφορα εργαλεία.
Το βιβλίο έχει εξαντληθεί ελπίζω να ξαναβγεί με κάποιο τίμημα για να το προμηθευτούν οι φίλοι της σάτυρας, οι θαυμαστές του λαϊκού Αριστοφανικού και όχι μόνο αείμνηστου Κοσμόγιαννη.

 Εσμέ με τον Γιώργο Ιατρίδη.  

Χρωστάμε μια παρουσίαση για το βιβλίο του Βασίλη. Υπάρχει σχεδόν έτοιμο το υλικό.
Έχω αναρτήσει και άλλη φορά σατυρικά- σόκιν- ποιήματα του αειμνήστου «Κοσμόγιαννη». Κατά τη γνώμη ενός απλού αναγνώστη αξίζει τον κόπο να διαβάστε το πόνημα του Βασίλη.
 Με την άδεια του φίλου μου του Βασίλη- τον οποίο ευχαριστώ που μου χάρισε το βιβλίο – δεν θα αναρτήσω ποίημα αλλά ένα κείμενο του που μας θυμίζει τα παιδικά μας χρόνια.

Διαβάζει ευχέλαιο ο κερατάς...
                                                  Απόσπασμα

Όταν ήμουν μικρός κυκλοφορούσαν διάφορα περιοδικά που σε μας τα παιδιά άρεσαν πολύ. Μικρός Ήρωας, Μικρός Σερίφης, αλλά και άλλα με αστυνομικές ιστορίες, όπως το Μυστήριο. Και άλλα με κοσμικό περιεχόμενο, όπως Ρομάντζο, Ντομινό κλπ. Ότι έπεφτε στα χέρια μας Μονορούφι τα διαβάζαμε, είχανε ιστορίες που εξίταραν τη φαντασία μας, μας άρεσαν, όπως είπα, πολύ. Παρατάγαμε τα μαθήματά μας και διαβάζαμε αυτά. Όταν έπεφτε τέτοιο περιοδικό στα χέρια μας, τα παρατάγαμε όλα και αφοσιωνόμαστε ολοκληρωτικά σε αυτά.

Το να παρατάς όμως τα μαθήματά σου, εκείνη την εποχή, και να διαβάζεις τέτοια περιοδικά ήταν μεγάλο παράπτωμα. Ήταν απαγορευμένα από τους γονείς μας και γενικά από την κοινωνία των μεγάλων. Κρυβόμασταν λοιπόν εμείς τα παιδιά για να διαβάσουμε αυτά τα περιοδικά. Σκαρφιζόμαστε διάφορα κόλπα για να μπορέσουμε να τα διαβάσουμε.

Ένα μεσημέρι λοιπόν, στο κρεβάτι στη σάλα μας, διάβαζα Μυστήριο. Περιοδικό με αστυνομικές ιστορίες Είχα βάλει απέξω ένα σχολικό βιβλίο και από μέσα το περιοδικό. Μπράβο, παιδί μου, τι διαβάζεις; Ιστορία, απαντάω εγώ. Αλλά κάτι φαίνεται δεν έκανα σωστά. Αφοσιώθηκα πάρα πολύ στο διάβασμα. Διάβαζα πολύ ώρα, πράγμα αφύσικο. Κανονικά το διάβασμά μου ήταν πέντε με δέκα λεπτά. Τόση πολύ ώρα διάβασμα; Κίνησα την υποψία του πατέρα μου. Ρε αυτός, κάτι άλλο κάνει, κάτι πονηρό, σκέφτηκε. Έρχεται σιγά-σιγά, με τσακώνει.

Ο Βασίλης σε νεαρή ηλικία.

-Ρε κερατά, τι είναι αυτό που διαβάζεις; Μας κοροϊδεύεις; Αντί να διαβάζεις τα μαθήματά σου, διαβάζεις αυτά τα πράματα.

Μπαίνει στο χορό και η μάνα μου, γίνεται μεγάλη φασαρία σπίτι, σε στέλνουμε σχολείο να μάθεις γράμματα και συ μας κοροϊδεύεις, ρε γαϊδούρι, ρε έτσι, ρε αλλιώς και δος του και μπήχτου, δε θυμάμαι αν έφαγα και ξύλο.

Μετά από μερικές μέρες, μου λέει ένας καθηγητής στο σχολείο:

-Ρε Κοσμά, τι είναι κείνο το Ευχέλαιο που διαβάζεις;

-Ευχέλαιο; Τι Ευχέλαιο κ. καθηγητά, δε διαβάζω κανένα Ευχέλαιο εγώ. Δεν καταλαβαίνω τι μου λέτε!

-Ρε παιδί μου, απάντησα τον πατέρα σου και μου είπε ότι παρατάς τα μαθήματά σου και διαβάζεις Ευχέλαιο.

-Δεν ξέρω κ. καθηγητά, έκανα τον ανήξερο εγώ. Γιατί η ανάγνωση τέτοιων περιοδικών, τότε, είχε και τιμωρία από το σχολείο γιατί ήταν μεγάλο παράπτωμα.

Τι συνέβη όπως έμαθα αργότερα. Απάντησε ο Κοσμόγιαννης τον καθηγητή στο δρόμο και τον ρώτησε:

-Πώς πάει ο Βασιλάκης μου;

-Είναι καλός, αλλά θα μπορούσε να είναι πολύ καλύτερος, έχει δυνατότητες αλλά δε διαβάζει όσο πρέπει.

-Ρε τον κερατά, τον έπιασα προχτές που διάβαζε Ευχέλαιο.

Μπέρδεψε το Μυστήριο με το Ευχέλαιο. Και το Ευχέλαιο, Μυστήριο είναι...