Παρασκευή 2 Σεπτεμβρίου 2016

ΚΟΣΜΟΓΙΑΝΝΗΣ.




Επιμέλεια 

Παν. Ι. Δ. Βλαχάκης.

Ο δάσκαλος Βασίλης Ιωαν. Κοσμάς τύπωσε το βιβλίο του «Κοσμόγιαννης» . Αναφέρετε στην ζωή και στην καλλιτεχνική δράση του πατέρα του. Ιωάννη Βασ. Κοσμά.
 Ο δάσκαλος μόνος του ετοίμασε το βιβλίο, το παρέδωσε στον τυπογράφο και το κυριότερο στις δύσκολα οικονομικά μέρες το δωρίζει στους φίλους του πατέρα του που σήμερα είναι υπέργηροι και  στους δικούς του φίλους.
Εξώφυλλο του βιβλίου.

Ο «Κοσμόγιαννης ήταν ένας ποιητής Αριστοφανικός μέσα στο χρόνο. Ποιητής ,ηθοποιός, μουσικός γύφτος και καραμουζιάρης !!!! Χορευταράς και μεγάλος Πουτ…ράς κατά τα λεγόμενα του. Ήταν λαϊκός καλλιτέχνης με όλη την σημασία του όρου.
Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που πέθανε ο μπάρμπα Γιάννης αλλά όσοι τον γνώρισαν και άκουσαν τα ποιήματα του, τον χαρακτηριστικό τρόπο που έπαιζε την αρχέγονη πίπιζα και το παίξιμο του στους ερασιτεχνικούς θιάσους του Καστριού, τον θυμούνται με θαυμασμό και τον μνημονεύουν.
Γνώρισα τον «Κοσμόγιαννη» μέσα από τις ταινίες- κασέτες και τώρα τα cd. Τα ποιήματα του τα απάγγελε στις ταβέρνες και στις παρέες του ακόμα και σε αρραβώνες και γλέντια. Σε κάποια σημεία τα εξηγούσε με λόγια και φιλοσοφούσε με τον τρόπο του: «…Εσείς στην Αμερική ούτε γαϊδούρα δεν αφήσατε ! τα λεφτά της Αμερικής… να προσέχετε τις γυναίκες σας και να τις πάρετε μαζί σας ». Σε άλλο σημείο βάζει στη θέση τους τις αγιοκόρες και τους ψευτοθρησκευόμενους.
Ο «Κοσμόγιαννης» έγραφε και απάγγελε κυρίως σατυρικά ποιήματα. Δεν μασάγε τις λέξεις και τις έλεγε με το όνομα τους. Έγραψε και άλλα ποιήματα θρησκευτικού και πατριωτικού περιεχομένου στην μετεμφυλιακή εποχή. Έπαιζε σε όλες σχεδόν τις θεατρικές παραστάσεις, σκορπούσε το γέλιο και απολάμβανε τον θαυμασμό των συγχωριανών του.
Ο Βασίλης περιγράφει γεγονότα από τη ζωή του πατέρα του που το κύριο επάγγελμα του ήταν« γύφτος» - γύπτος έλεγε ο «Κοσμόγιαννης». Περιγράφει τον τρόπο που κατασκεύαζε τα μαχαιριά, τους φημισμένους «Κοσμογιαννέικους» σουγιάδες, τα ψαλίδια, και τα διάφορα εργαλεία.
Το βιβλίο έχει εξαντληθεί ελπίζω να ξαναβγεί με κάποιο τίμημα για να το προμηθευτούν οι φίλοι της σάτυρας, οι θαυμαστές του λαϊκού Αριστοφανικού και όχι μόνο αείμνηστου Κοσμόγιαννη.

 Εσμέ με τον Γιώργο Ιατρίδη.  

Χρωστάμε μια παρουσίαση για το βιβλίο του Βασίλη. Υπάρχει σχεδόν έτοιμο το υλικό.
Έχω αναρτήσει και άλλη φορά σατυρικά- σόκιν- ποιήματα του αειμνήστου «Κοσμόγιαννη». Κατά τη γνώμη ενός απλού αναγνώστη αξίζει τον κόπο να διαβάστε το πόνημα του Βασίλη.
 Με την άδεια του φίλου μου του Βασίλη- τον οποίο ευχαριστώ που μου χάρισε το βιβλίο – δεν θα αναρτήσω ποίημα αλλά ένα κείμενο του που μας θυμίζει τα παιδικά μας χρόνια.

Διαβάζει ευχέλαιο ο κερατάς...
                                                  Απόσπασμα

Όταν ήμουν μικρός κυκλοφορούσαν διάφορα περιοδικά που σε μας τα παιδιά άρεσαν πολύ. Μικρός Ήρωας, Μικρός Σερίφης, αλλά και άλλα με αστυνομικές ιστορίες, όπως το Μυστήριο. Και άλλα με κοσμικό περιεχόμενο, όπως Ρομάντζο, Ντομινό κλπ. Ότι έπεφτε στα χέρια μας Μονορούφι τα διαβάζαμε, είχανε ιστορίες που εξίταραν τη φαντασία μας, μας άρεσαν, όπως είπα, πολύ. Παρατάγαμε τα μαθήματά μας και διαβάζαμε αυτά. Όταν έπεφτε τέτοιο περιοδικό στα χέρια μας, τα παρατάγαμε όλα και αφοσιωνόμαστε ολοκληρωτικά σε αυτά.

Το να παρατάς όμως τα μαθήματά σου, εκείνη την εποχή, και να διαβάζεις τέτοια περιοδικά ήταν μεγάλο παράπτωμα. Ήταν απαγορευμένα από τους γονείς μας και γενικά από την κοινωνία των μεγάλων. Κρυβόμασταν λοιπόν εμείς τα παιδιά για να διαβάσουμε αυτά τα περιοδικά. Σκαρφιζόμαστε διάφορα κόλπα για να μπορέσουμε να τα διαβάσουμε.

Ένα μεσημέρι λοιπόν, στο κρεβάτι στη σάλα μας, διάβαζα Μυστήριο. Περιοδικό με αστυνομικές ιστορίες Είχα βάλει απέξω ένα σχολικό βιβλίο και από μέσα το περιοδικό. Μπράβο, παιδί μου, τι διαβάζεις; Ιστορία, απαντάω εγώ. Αλλά κάτι φαίνεται δεν έκανα σωστά. Αφοσιώθηκα πάρα πολύ στο διάβασμα. Διάβαζα πολύ ώρα, πράγμα αφύσικο. Κανονικά το διάβασμά μου ήταν πέντε με δέκα λεπτά. Τόση πολύ ώρα διάβασμα; Κίνησα την υποψία του πατέρα μου. Ρε αυτός, κάτι άλλο κάνει, κάτι πονηρό, σκέφτηκε. Έρχεται σιγά-σιγά, με τσακώνει.

Ο Βασίλης σε νεαρή ηλικία.

-Ρε κερατά, τι είναι αυτό που διαβάζεις; Μας κοροϊδεύεις; Αντί να διαβάζεις τα μαθήματά σου, διαβάζεις αυτά τα πράματα.

Μπαίνει στο χορό και η μάνα μου, γίνεται μεγάλη φασαρία σπίτι, σε στέλνουμε σχολείο να μάθεις γράμματα και συ μας κοροϊδεύεις, ρε γαϊδούρι, ρε έτσι, ρε αλλιώς και δος του και μπήχτου, δε θυμάμαι αν έφαγα και ξύλο.

Μετά από μερικές μέρες, μου λέει ένας καθηγητής στο σχολείο:

-Ρε Κοσμά, τι είναι κείνο το Ευχέλαιο που διαβάζεις;

-Ευχέλαιο; Τι Ευχέλαιο κ. καθηγητά, δε διαβάζω κανένα Ευχέλαιο εγώ. Δεν καταλαβαίνω τι μου λέτε!

-Ρε παιδί μου, απάντησα τον πατέρα σου και μου είπε ότι παρατάς τα μαθήματά σου και διαβάζεις Ευχέλαιο.

-Δεν ξέρω κ. καθηγητά, έκανα τον ανήξερο εγώ. Γιατί η ανάγνωση τέτοιων περιοδικών, τότε, είχε και τιμωρία από το σχολείο γιατί ήταν μεγάλο παράπτωμα.

Τι συνέβη όπως έμαθα αργότερα. Απάντησε ο Κοσμόγιαννης τον καθηγητή στο δρόμο και τον ρώτησε:

-Πώς πάει ο Βασιλάκης μου;

-Είναι καλός, αλλά θα μπορούσε να είναι πολύ καλύτερος, έχει δυνατότητες αλλά δε διαβάζει όσο πρέπει.

-Ρε τον κερατά, τον έπιασα προχτές που διάβαζε Ευχέλαιο.

Μπέρδεψε το Μυστήριο με το Ευχέλαιο. Και το Ευχέλαιο, Μυστήριο είναι...


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου