Κυριακή 30 Αυγούστου 2015

ΤΟ ΦΤΥΣΙΜΟ.


Γράφει ο 

Παν. Ι.Δ. Βλαχάκης. ©

Ιούλιος 1964 πανηγύρι της Αγιαπαρασκεύης ή του Άγιο- Παντελεήμονα δυο μέρες πανηγύρια στο Χωριό μας. Τα μαγαζιά του Σπύρου του Μαχαίρα και του Φούντα γεμάτα κόσμο που διασκέδαζε μέσα στη φτώχεια του! Μεγάλο γλέντι και στα άλλα μαγαζιά του Χωριού. 

Στο μεγάλο μπαλόνι του Φούντα καθισμένη η παρέα του πατέρα Από το πουθενά έφτασε σαν σίφουνας ο Λουφολιάς έφτυσε προς την παρέα και τα σκάγια πήραν στο πρόσωπο ένα 6χρονο μπόμπιρα κουρεμένο γουλί! Ο μικρός έβαλε τα κλάματα, άλλοι τον σκούπιζαν, η μητέρα του προσπαθούσε να τον ηρεμίσει, ο παππούς ο Στράτης ο Λαβιός έφερε νερό να καθαρίσει το πρόσωπο του …χαμός!
Ο μικρός φτυμένος. 
Ο πατέρας του παιδιού αγρότης και εργάτης αδύνατος αλλά νευρώδης σηκώθηκε γρήγορα και έδωσε δυο γερές σπρωξιές στον δυνατότερο άνθρωπο του Χωριού! Τον έφτασε στην άλλη άκρη του δρόμου εκεί που είναι σήμερα τα δωμάτια του Τάκη.

Θα μπορούσε να τον κτυπήσει εκμεταλλευόμενος την αργή αντίδραση του γιατί ο αξέχαστος μπάρμπα Λιάς είχε ρουφήξει αρκετό κρασί και ήταν στα πρόθυρα της μέθης.

Ο πατέρας τον ρώτησε έντονα; «Τι σου έκανε το παιδάκι και το έφτυσες στο πρόσωπο; Δεν είναι σωστά πράγματα αυτά, σε σέβομαι σαν μεγαλύτερο και σαν γείτονα αλλά γιατί το έκανες αυτό;»
-      Τίποτα δεν μου έκανε το παιδί το φτύσιμο πήγαινε για σένα καμαράκι μου!!
Κόκαλο ο πατέρας μου!
-      -  Ρε μπάρμπα Λιά τι σου έκανα και ήθελες να με φτύσεις; Ένταξη στην πλάκα ρίχνεις κολόνια αλλά τώρα;
-    - Άκου καμαράκι μου βάραμαι βάραμαι στο κεφάλι δεν το σκέφτηκα καν. Ο Βασίλης ο Α… και ο Κώστας ο Α… οι φίλοι σου, μου είπαν να σε φτύσω για να γελάσουν!!!
Ο πατέρας γέλασε πικρά, τον έπιασε προστατευτικά από τις τεράστιες πλάτες του και του είπε: «Μην πίνεις άλλο κρασί, πήγαινε στο σπίτι ή στο Σφεντάμι σου» και τον πήγε μέχρι την καρυδιά του Χαρούλη του Σπυράκη.

Την άλλη μέρα ο Λουφολιάς ήρθε στον παππού μου, αισθανόταν άσχημα; Μάλλον ήθελε να ζητήσει συγγνώμη αλλά ο πατέρας δεν ήταν εκεί.
Ο παππούς ο Πάνος τον κέρασε τον και καθησύχασε. Η αλήθεια είναι ότι είχα τρομάζει λίγο, όταν τον είδα να φεύγει ευχαριστημένος χαμογελώντας με το χαμόγελο του αναμάρτητου αναθάρρησα. Ένα χρόνο μετά άρχισα να λαμβάνω μέρος στα περίφημα αξέχαστα κυνηγητά του μαζί με τα μεγαλύτερα παιδιά.


Ο Λουφολιάς σκίτσο (κας Γιάννα Χάγια.)

Μετά από μέρες ρώτησα τον πατέρα μου γιατί ενώ μπορούσε δεν του έσπασε τα μούτρα; Θα έδερνε τον δυνατότερο άνθρωπο του χωριού θα ανέβαιναν οι μετοχές μου και…!

« Είναι μεγαλύτερος, είναι γείτονας μας, τον σέβομαι, να ξέρεις ότι δεν έφταιγε αυτός. Οι άλλοι έφταιγαν που τον έβαλαν να με φτύσει για να τσακωθώ μαζί του να γελάσουν οι βλάκες.

Δεν πρέπει να κτυπάς κανένα δεν λύνονται τα προβλήματα με το ξύλο αλλά με την κουβέντα. Για φαντάσου να μην κράταγα την ψυχραιμία μου και να τον κτύπαγα …τώρα θα ντρεπόμουν να τον αντικρίσω είναι καλός άνθρωπος αλλά κάνει τα δικά του.

Άντε τώρα που έφαγες το φτύσιμο δεν θα σε «πιάνει το κακό μάτι !!!»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου