Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2016

ΑΠΟΚΆΛΥΨΗ ΤΏΡΑ!


Γράφει ο
Χριστόφορος Β Νικολάου
   Ιανουάριος 2016



΄΄ Ας είναι το διήγημά μου αυτό μια μικρή τιμή στη μνήμη του αξέχαστου Τάκη Κατσή.΄΄

          
<<…καὶ ἀνέβη ὁ καπνὸς τῶν θυμιαμάτων ταῖς προσευχαῖς τῶν     ἁγίων ἐκ χειρὸς τοῦ ἀγγέλου ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. …καὶ εἴληφεν ὁ ἄγγελος τὸν λιβανωτὸν καὶ ἐγέμισεν αὐτὸν ἐκ τοῦ πυρὸς τοῦ θυσιαστηρίου καὶ ἔβαλεν εἰς τὴν γῆν. καὶ ἐγένοντο βρονταὶ καὶ φωναὶ καὶ ἀστραπαὶ καὶ σεισμός.>>

Απρίλης 1964, Άγιος Νικόλαος Καστρίου Κυνουρίας, πρώτη χρονιά για τα τριτάξια Λύκεια, πρώτη τάξη, μάθημα θρησκευτικών με τον Κοντάκο. Στο πέμπτο θρανίο της μεσαίας σειράς εγώ και ο Κουτσογιάννης δεξιά μου και μπροστά μας ο Παρασκευουλάκος με τον Κατσή. Στην αριστερή σειρά τα κορίτσια και στη δεξιά αγόρια.

Μαθητές στο Γυμνάσιο Καστρίου. Φώτο από το διαδίκτυο. Ομάδα ΚΑΣΤΡΙΤΟΧΩΡΙΑ…..

Ο κύριος καθηγητής, θρεμμένος καλά σε πλήρη αντίθεση με μας, με τσιτωμένο το παντελόνι μέχρι σχισμού ιδιαίτερα στους μηρούς, με μάγουλά κόκκινα φουσκωτά και βλέμμα ουράνιο, βολτάριζε καμαρωτός ανάμεσα στις σειρές των θρανίων και την έδρα παραδίνοντας το μάθημα. Για τους Αποστόλους.

Τα ανθυπομειδιάματα και τα νοήματα για την όλη του εμφάνιση που συμπληρωνότανε με το στομφώδη του λόγο είχανε γενικευθεί. Πρέπει να ομολογήσω ότι οι περισσότεροι μπήκαμε στην αίθουσα με παιχνιδιάρικη προδιάθεση, γιατί στο διάλειμμα ο Καμπυλαυκάς μας απήγγειλε αποσπάσματα από τη διασκευή του της Άδου Κατάβασης! Όλα αυτά και σε συνδυασμό με την αδιαφορία μας για το μάθημα, είχανε φτάσει την ψυχολογία μας ένα τικ πριν τη μεγάλη έκρηξη!

Από το πρωί αυτής της μέρας, το χέρι μου χάιδευε ασυναίσθητα στη δεξιά τσέπη του σακακιού μου ένα κουλουριασμένο κομμάτι φουρνελοφύτιλο, μακρύ ίσαμε δυο πιθαμάδες. Το είχα κλέψει το βράδυ από τα σύνεργα του πατέρα μου που μαζί με άλλους συγχωριανούς ρίνανε φουρνέλα στη διαπλάτυνση του δρόμου.

Δεν πρωτοτυπούσα καθόλου, όλα τα παιδιά του χωριού, από δέκα - δώδεκα χρονών, κλέβαμε φυτίλι που ήτανε για φουρνέλα και μπαρούτι για κυνήγι  και φτιάχναμε ένα σωρό αυτοσχέδια μπουρλότα. Νάρκες και χειροβομβίδες με κονσερβοκούτια ή χοντρά μπουκάλια! Άσε τα πυροβόλα όπλα με σωλήνες από ομπρέλες, τις περιβόητες τσιάγκρες! Πυροτεχνουργοί! 

Έβγαλα το φυτίλι απ’ την τσέπη που μ’ έτρωγε και το ‘δειξα στον Κουτσογιάννη. Το πήρε αυτός με τρόπο και το πάσαρε μπροστά, στον Παρασκευουλάκο. Ο κύριος καθηγητής συνέχιζε με ωραιοπάθεια την παράδοση ρίχνοντας κλεφτές ματιές στις κοπέλες που τον παρακολουθούσαν χαμογελαστές και λάγνες, αλληλοτσιμπιόντουσαν δε κάτω απ’ τα θρανία και με κόπο συγκρατούσαν τα γέλια τους.

Ξαφνικά μου ενεχειρίασε ο Κατσής το φυτίλι με ένα τσακουμάκι. Τα έδειξα στον Κουτσογιάννη και τα ακούμπησα στο κάθισμα του θρανίου ανάμεσά μας ώστε να μη φαίνονται. 

Ο κύριος καθηγητής μιλούσε για κάποιο βιβλίο της Καινής Διαθήκης που είχε γράψει ο Ιωάννης, την Αποκάλυψη. Και για τα δεινά που επεφύλασσε ο Θεός στους αμαρτωλούς ανθρώπους. Εμείς βέβαια δεν είμαστε αμαρτωλοί και δεν είχαμε να φοβηθούμε τίποτα, αντίθετα μας ερέθιζε και μας συνέπαιρνε ο τρόπος της τιμωρίας, φωτιά και λάβρα!

Και ήτανε αρκετό ένα διαβολικό χαμόγελο του Παρασκευουλάκου για να πάρουμε με τον Κουτσογιάννη τη μεγάλη απόφαση! Κοιταχτήκαμε και όντας βέβαιοι ότι το φυτίλι δεν συνδεότανε με τη μπαρουταποθήκη του στρατού ή το εργοστάσιο νιτρογλυκερίνης του Νομπέλ, το ξεδιπλώσαμε, κάναμε χώρο ανάμεσά μας, περιμέναμε να απομακρυνθεί ο κύριος καθηγητής προς την έδρα και το φουντώσαμε! Εκείνο, εκτινάχτηκε μπρος πίσω πάνω κάτω και στριμώχτηκε τελικά κάτω απ’ το θρανίο για να συνεχίσει το έργο του.

Πολλές φορές, ιδιαίτερα στα νιάτα μας, έχουμε προβεί σε τολμηρές ενέργειες χωρίς να το σκεφτούμε πολύ ή και καθόλου. Απερίσκεπτα. Χωρίς να αναλογιστούμε τις συνέπειες της πράξης μας. Θα μου πείτε ποιες συνέπειες, στην περίπτωση αυτή δεν υπήρχε ο παραμικρός κίνδυνος να τραυματιστεί κάποιος ή να γίνει ζημιά στην αίθουσα και το ξέραμε εμείς αυτό καλά. Το ήξεραν όμως όλα τα παιδιά και ειδικά ο κύριος καθηγητής;

Ξεκίνησε μ’ ένα περίεργο, ανατριχιαστικό, δυνατό και συνεχόμενο σύριγμα. Σαν τη βουή που βγάζει απ’ το στόμα του ο Πύρινος Δράκος πριν τη φωτιά. Ένας κιτρινόμαυρος καπνός που άρχισε να σηκώνεται απ’ το θρανίο υποδείκνυε τον πυρήνα της επικείμενης έκρηξης. Και μια διαπεραστική οσμή που θύμιζε το ηφαίστειο της Σαντορίνης γέμισε γρήγορα την αίθουσα. Παγώσανε τα πάντα, σταμάτησε κάθε κίνηση και κάθε ήχος, εκτός από το εφιαλτικό σύριγμα που κράτησε έναν αιώνα.


Έκρηξη στην αρχαία Παλμύρα. Φωτογραφία από το διαδίκτυο.

Παρόλο που βρισκόμουνα απάνω ακριβώς στον κρατήρα του ηφαιστείου, θυμάμαι πολύ καλά: τα κόκκινα μάγουλα του κυρίου καθηγητή μαυροκιτρινοασπρίσανε και το βλέμμα του χάθηκε εντελώς. Στα κορίτσια, εκτός από την Παντελή και την Καπράνου, πέτρωσε στο πρόσωπό τους το λάγνο χαμόγελο και περιμένανε με κάτι πελώρια μάτια τη μεγάλη έκρηξη.

Όλα τα πρόσωπα ήτανε στραμμένα απάνω μας. Εγώ, ο Κουτσογιάννης και ο Κατσής σαν χαμένοι, τάχα αδιάφοροι, οπωσδήποτε όμως ένοχοι, περιμέναμε το τέλος του κατορθώματός μας, μη έχοντας και τρόπο να το σταματήσουμε. Ο Παρασκευουλάκος κοιτούσε δεξιά κι αριστερά μ’ εκείνο το διαβολικό του χαμόγελο! 

Το επόμενο στιγμιότυπο στη μνήμη μου είναι έξω απ’ το γραφείο του Λυκειάρχη, όπου μας οδήγησε κλοτσηδόν ο Κοντάκος, και τους τέσσερις.

- Περιμένετε εδώ γαϊδούρια! Χτύπησε, άνοιξε, μπήκε μέσα και έκλεισε την πόρτα αφήνοντάς μας έξω.

Λέει ο Κουτσογιάννης του Παρασκευουλάκου: «Ρε μαλάκα, είσαι αριστούχος, ο καλύτερος μαθητής, δεν θα σε τιμωρήσουνε, πάρτο απάνω σου μη την πληρώσουμε όλοι.»

– Εντάξει, λέει αυτός.

Ύστερ’ από λίγο άνοιξε την πόρτα ο Κοντάκος και είπε αυστηρά:
-Ελάτε μέσα! Μπήκαμε, έκλεισε την πόρτα. Θυμάμαι το ήρεμο και μάλλον χαμογελαστό ύφος του Λυκειάρχη, του κυρίου Λεκανίδη.
  
–Τι κάνανε αυτοί οι λεβέντες κύριε Κοντάκο, ρώτησε. Και ο Κοντάκος με βαρύτονη φωνή και εισαγγελικό ύφος:

- Βάλανε δυναμίτιδα κύριε Λυκειάρχα να ανατινάξουνε το Γυμνάσιο, ευτυχώς δεν έπιασε το καψίλι!

Παρά την τραγικά άσχημη θέση μας, καταβάλαμε μεγάλη προσπάθεια να συγκρατήσουμε τη δεύτερη και ολέθρια αυτή τη φορά έκρηξη, γέλιου! Νομίζω ότι και ο κύριος Λυκειάρχης ζούσε αυτή την αγωνία γιατί διέκοψε τον Κοντάκο και βιάστηκε να μας ρωτήσει:

-Τι έχετε να πείτε κύριοι;

Σκυμμένα κεφάλια, κοκκινισμένα μάγουλα, ψυχολογικά κουρέλια, αμηχανία, αναμονή σκληρής τιμωρίας, αποβολής ίσως και απ’ το Λύκειο.

Ακούστηκε η κελαριστή και μονίμως ειρωνική φωνή του Παρασκευουλάκου, σταθερή και ήρεμη:

-Κύριε Λυκειάρχα, ο Νικολάου είχε το βραδύκαυστο φυτίλι, το έδωσε στον Κουτσογιάννη, αυτός το έδωσε σε μένα, πήρα εγώ απ’ τον Κατσή τον αναπτήρα και τα έδωσα στο Νικολάου.

Η ευθύνη βαρύνει όλους μας εξίσου. Ζητάμε συγνώμη, έχουμε μετανοήσει!

  <<… καὶ τὰ τέσσαρα ζῷα* ► 1 ἔλεγον.  ἀμήν· καὶ οἱ πρεσβύτεροι ἔπεσαν και προσεκύνησαν.>>
                                       
ΣΧΟΛΙΑ.
► 1 *νεαροί, πολύ ζωντανοί άνθρωποι Τα εντός εισαγωγικών είναι αποσπάσματα από την Αποκάλυψη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου