Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2013

ΚΑΜΠΥΛΗΣ ΔΗΜ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ



                      

Δημήτριος  Ιωαν, Περδικάρης

Δημήτριος  Δημ. Καμπὺλης  - Κριαρὰκος. ( 1912 -1975)
        
Ο Παππούς μου ο Κριαρὰκος με την στρατιωτική του στολή το 1929 υπερὲτησε την κανονική του θητεία. Μετά κλήθηκε έφεδρος  όπως και άλλοι  πολλοί το 1940 να πολεμήσει στην Αλβανία  οικογενειάρχης  πλέον. Πολύ περήφανος άντρας έδωσε στην πατρίδα  ότι του ζήτησε.  Αρχίζοντας από τον πάτερα του Δημήτριο Παν. Καμπὺλη τον όποιο δεν γνώρισε ποτὲ. Φυλὰει αιώνες τώρα τον λόφο στο Μπιζὰνι(1913). Έβλεπε το όνομα του πατέρα του να είναι χαραγμένο στην μαρμάρινη πλάκα του Αγιώργη στον Αγιάννη. Σαν να μην ὲφτανε αυτό τον άφησε και η μάνα του πολὺ μικρό . καλά καλά δεν ήταν δυὸ χρονών όταν ορφάνεψε τελείως αυτός και ο μεγαλύτερος αδελφός του ο Πάνος (Κρεμμύδας).  Τον μεγάλωσε η κυρούλα του (γιαγιά) η Παναγιωτέλαινα να παππούς του ο Παναγιώτης Καμπύλης (Παναγιωτέλος) .  Τους οποίους τίμησε σαν γονείς και ξέρω πως την κυρούλα του όπως την έλεγε την πρόσεξε μέχρι το τέλος στα γηρατειά της..        Το σπίτι του γέρο Παναγιωτέλου ήταν κάτω από την πλατάνα  του Πρόδρομου . Στο Χωριό τώρα δεν υπάρχουν ούτε τα χαλάσματα. Μεγάλωσε στον Θεολόγο όπως οι πιο πολλοί Καμπυλαίοι.  

                                 
Το χειμώνα κατέβαιναν στην Λουκού,  όπου πήγε καλογεροπαίδι για αρκετά χρόνια της εφηβείας του... Φαντάρος λοιπόν όταν ήρθε η ώρα και μετά την αγροτική βιοπάλη με το πιο τίμιο κούτελο.. Άρχισε οικογένεια με την γιαγιά μου την Ρίνα (κόρη του τσιαμπάση του Αποστόλη Γαρδικιώτη (Ξιούρα).  Παντρεύτηκαν από αγάπη που δημιουργήθηκε μεταξύ τους και όχι συνοικέσιο .Όταν επιστρατεύτηκε στον πόλεμο της  Αλβανίας το 1940 , είχε κι άλας δυο κόρες.
Η τύχη του δεν το είχε γραμμένο να μένει σπίτι για πολύ καιρό όπως φαίνεται γιατί οι προεστοί του χωριού μας αυτόν και τα άλλα παλληκάρια της φτωχολογιάς τον ''δάνεισαν'' στον κατακτητή Γερμανό. Πρόγονο της κας Μέρκελ ,που δεν μας χρωστά τίποτα…. Ξέρω πως ποτέ δεν πληρώθηκε ούτε καν στο υποτυπώδες,  Κάποια αποζημίωση της πείνας πρόλαβαν και την κράτησαν οι προεστοί να αυξήσουν τον παρά τους. Τούτοι οι γέροντες βλέπεις είχαν τσιγκελωτά μουστάκια ψηλά το κεφάλι και μύριζαν πρόβατο και γης . Γράμματα δεν ήξεραν ούτε και πως η σκλαβιά αποζημιώνεται με πιστοδοτικά του προεστού....
Έδωσε ο Άγιο Δημήτρης, που έκτισε η γιαγιά μου μαζί με άλλες γυναίκες του χωριού που είχαν τους άντρες αιχμάλωτους.  έδωσε λοιπόν ο Άγιος και γύρισαν. Γύρισαν με περισσότερα του πολέμου μυστικά να έχουν δει και να έχουν ζήσει. Κλεισμένα μυστικά για τα οποία δεν μιλούσαν ποτέ..

                                                        Ο Δημήτρης Καμπύλης- Κριαρὰκος κληρωτός το 1929
 
  Άρχισε και πάλι η ζωή να κυλά με τον πόλεμο τελειωμένο για τους συμμάχους που χώρισαν τους λαούς σε μερδικά και όπως το είχαν διαίρει και βασίλευε.   Μας ζήτησαν κι άλλο αίμα δεν τους έφτασε αυτό στους πολέμους τους τώρα η Ελλάδα έπρεπε να σφάξει στους Βωμούς των αρχόντων τα δικά της παιδιά . Έπρεπε να αλληλοσκοτωθούν να πιάσει το θεμέλιο του προτεκτοράτου καλά .  Άλλες λοιπόν κακουχίες και θανάτους έπρεπε να ζήσει και να δουν τα μάτια  του, πέρασαν κι άλλα μαύρα χρόνια μέχρι να ξαναπιάσει το ξυνιάρι του χωρίς να είναι ανάγκη να κρυφτεί και να τον αφήσουν ήσυχο να χαρεί λίγο οικογένεια και τίμια βιοπάλη.
Όπως όλοι οι κυρ Μέντιοι όργωσε, έσκαψε, έσπειρε , θέρισε, τρύγισεεεε, έφτιαξε  καμίνι, ακόμα και νταμάρι είχε αρχίσει, πρόλαβα το μέρος που έφτιαχνε τις πλίθρες. Δουλευταράς ο Κριαρὰκος, τίμιος και περήφανος. Τώρα στα χωνιά άκουγε τ όνομα του από τους κύριους βουλευτάς και γνωρίμους τον αρχόντων του τόπου μας.  Εκείνος δούλευε από το πρωί μέχρι το βράδυ και η προκοπή του ήταν στα 56 η μαμά πατρίδα να του πει πως της χρώστα – 2500- δυόμιση χιλιαδαί δραχμαί. Τα λιπάσματα στον αγροτικό της συνεταιρισμό, πολλά τα λεφτά για έναν φτωχό. Πολλά τα λεφτά για έναν οικογενειάρχη με πέντε ψυχές.  Η μεγαλύτερη είχε  παντρευτεί (η μάνα μου).
Έτσι το Φλεβάρη του 1966 έπρεπε να πάρει την μισή οικογένεια του και να επιβιβαστεί στο ''Christopher Colombus'' υπερωκεάνιο μεταφορικό εν καιρώ ειρήνης τώρα πια. Δανεικούς εργάτες μετανάστες πλέον και όχι αιχμάλωτους - σε ποιους τα λένε αυτά θέλω να ξέρω.  Έπρεπε λοιπόν να βρει την προκοπή του στον Καναδά. Πράγμα που έγινε.  Βλέπεις σε τούτη χώρα η δουλειά πληρώνετε και ο κόπος σου γίνεται προκοπή.  Δεν εξανεμίζετε σε μερικούς φουσκοκοιλαράδες που έτυχαν άοσμο σκατό και κληρονομία αρχόντου.  Είδε προκοπή ο γέροντας και μέσα σε δέκα χρόνια κατάφερε όσα δεν θα κατάφερνε σε δέκα ζωές στην Ελλάδα.
 Πρώτη φορά τον γνώρισα το 1974 που είχε έρθει για λίγο καιρό για διακοπές. Ήταν από τις πιο ευτυχισμένες μέρες στην ζωή μου είχα μεγαλώσει με τ όνομα του ανάμεσα σε συγγενείς και φίλους του.  Τις ιστορίες που άκουγα γ αυτόν την λεβεντιά του, την παλικαροσύνη του, την καλοσύνη του, ένας μύθος πραγματικός ήρθε και έλαμψε στα παιδικά μου τα μάτια.  Τον θυμάμαι να με σηκώνει ψηλά σαν να ήμουν το πιο ακριβό πράγμα της ζωής του και να μου συγχωρεί τα πάντα.  Έκανε το λάθος να πει Μήτσιος το φτιάξε Μήτσιος θα το κάψει.. Εε τι να κάνω και εγώ τον άκουσα.  Δοκίμασα να δω αν ο σανός καίει τις πλίθρες !!!
 Όσο καιρό ήταν στην Ελλάδα με έπαιρνε παντού κοντά όπου κι αν πήγαινε . Ακόμα και για χέλια στο Μουστό , ακόμα θυμάμαι κάτι ξεγυρισμένα σπληνάντερα στην ταβέρνα που μαζεύονταν με την παρέα του. Ήταν ήμερες χαράς για την οικογένεια μας και ειδικά για την μάνα μου . Δεν την έχω ξαναδεί από τότε να λάμψει έτσι.
                                       

                                           
Μετά την χαρά πάντα έρχεται ο χωρισμός λοιπόν και ο παππούς έπρεπε να ξαναφύγει.  Όχι για πολύ όμως το σχέδιο ήταν για ένα ακόμα χρόνο να μπει στην ηλικία της συντάξεως τα 65. Τα είχε φτάσει σχεδόν ο παππούς  τα χρόνια αυτά. Είχε σχεδόν φτάσει ο καιρός που θα μπορούσε να γυρίσει σπίτι μας και ξέγνοιαστος να χαρεί . Όλα όσα παρ όλη την φτώχια με δίψα και περηφάνια χαιρόταν από την ζωή στο χωριό.. .Το τελευταίο πράγμα που θυμάμαι ήταν συμβουλές του. Να μην ξεχάσω το χειμώνα να πάω στο χωριό με τον πάτερα μου να ταΐσουμε το καδί. Έβαλε καδί ο γέροντας, ο λεβέντης ο νοικοκύρης  . Όταν ήρθε βρήκε γάλα και  τυροκόμησε . Έβαλε το καδί του για να το βρει του χρόνου όταν θα ερχόταν.
Ήρθε η άλλη η χρονιά το σημαδεμένο το 1975 σημαδεμένο από τον πιο ολέθριο θεριστή.  Τον δραγάτη της ανάσας και του χαμόγελου που ήρθε και πάγωσε τα πάντα . Τριανταεπτά 37 χρόνια τώρα ,που η καρδιά του τον άφησε τον πάππου την μεγάλη Τετάρτη του 75. Λέγαμε οι πιο παλαιοί πως τους πιο αγαπημένους του τους παίρνει κοντά του Άγιες μέρες όπως τη μεγάλη Τετάρτη . Πόσο σκοτάδι έφερε εκείνη η Τέταρτη που κάθε άλλο παρά μεγάλη δεν ήταν ποτέ. Ούτε  για εμένα ούτε και για την μάνα μου ούτε και για τους θείους μου και ούτε για κανέναν από την οικογένεια μας .
 Ήθελα να ξέρα σε ποιον πρέπει να πάω να πάρω πιστοποιητικά να μου φέρει πίσω τον παππού μου. Να μου φέρει πίσω τα χρόνια που μερικά σκατογραμμάτια μου στέρησαν τέτοιο άνθρωπο απ την ζωή μου. Σε ποιον προύχοντα θα πρέπει να απευθυνθώ και να του πω πως λάθος ο άνθρωπος εκείνος δεν χρωστά. Είχε ξεπληρώσει την φτωχική  του καταγωγή. Σε πολέμους και σε ειρήνη . Είναι καιρός να τον αφήσουν να γυρίσει σπίτι του..............

1 σχόλιο: